σίγουρα τώρα καθώς ξημερώνει
κάποιος καπνίζει ένα τσιγάρο που μοιάζει αχρείαστο
και όχι χωρίς καλό λόγο –είναι το τελευταίο του τελευταίου πακέτου
(μα αλίμονο σε αυτόν που θα πάψει να βρίσκει μερικά τσιγάρα απαραίτητα και άλλα όχι και τόσο)
η τελευταία τζούρα απ’ το τελευταίο τσιγάρο της μέρας
απ’ την οποία φαίνεται να αποτελείται ο χρόνος που μας πέρασε
ένας χρόνος παραλλαγών, θα έλεγε κανείς, ένας χρόνος εκδοχών −μα μιας μόνο ημέρας
και μιας και μιλάμε για την αθήνα
και μιας και οι πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες
φαίνεται να είναι αυτές που μιλάνε για
αυτούς που δεν παραιτήθηκαν ακόμα (όχι στ’ αλήθεια)
οι παραλλαγές αυτού του άθλιου, σκληρού χρόνου
περιορίζονται σε
(μα είναι δυνατόν να μιλάς για περιορισμό μέσα σε
τριακόσιεςεξηνταπέντε ευκαιρίες να τα πας λίγο καλύτερα από πριν)
περιορίζονται σε
εκείνα τα παιδιά που έμαθαν να ερωτεύονται μέσω mansour
να απελπίζονται στρίβοντας στον beckett
να επαναστατούν ακριβώς debord και baudrillard γωνία
τόσες λέξεις για να μάθεις να ζεις
ή
σε εκείνα τα παιδιά που ζουν την ταινία τους
μιούζικαλ στα πάρτι στο μηχανουργείο
δράμα στους χωρισμούς στο θησείο Συνέχεια ανάγνωσης «Not I, ωλ δατ φωλ»