–
Εσύ
Δεν είχες κρίνο.
Δεν είχες άσπρο.
Δεν είχες ανεμώνες.
Είχες μιά σμέρνα ανθισμένη να κρεμέται ο κορμός της από το στόμα σου.
Η ρίζα της, ο μπάτσος μες τα σπλάχνα σου.
–
Τα Λόγια Της Στρίγκλας
Όταν διαπίστωσα ότι μου ’λειψες ήταν πλέον αργά για οποιαδήποτε κίνηση. Όταν διαπίστωσα ότι μου ’λειψες, ήμουν μέλος μιας πενταμελούς παρέας, βουτηγμένος ως τα αυτιά στο αλκοόλ. Και τότε, κοιτώντας το ποτήρι των 00:45 με το κόκκινο μπρούσκο κρασί, επλημμύρισαν τα μάτια μου. Στάξανε ό,τι είχαν, μέσα στο ποτήρι, μη διαλύοντας την πυκνότητα και το χρώμα του. Όπως το έφερα ύστερα ψηλά ως το χείλος μου, μύρισα το άρωμα του κορμιού σου που ’χεις κάθε πρωί. Και το ήπια. Το έγλειψα και δεν ξανάβαλα ούτε μια σταγόνα στο ίδιο ποτήρι.
Όταν διαπίστωσα ότι μου ’λειψες ξυπνούσα αδιάφορος για το υπόλοιπο της μέρας, αφού στοχαζόμουν τον αδειανό χώρο που έχεις αφήκει. Το χώρο που μας άνηκε και ήταν ισορροπημένος για μας. Τώρα πια το πάτωμα τρίζει και ο καθρέφτης δε με χωρά. Μάλιστα, με δείχνει πιο άσχημο από ποτέ.
Όταν διαπίστωσα ότι μου ’λειψες μπουσούλησα ως το σπίτι μας. Ήπια ό,τι απέμεινε και έβαλα δυνατά στο pick-up να παίζει Curtis Mayfield. Συνέχεια ανάγνωσης «Κωνσταντίνος Πρωτοπαππάς, Πέντε ποίματα»