Είχα πάρει από πολύ νωρίς την απόφασή μου. Μετά το τέλος του πρώτου έτους στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ θα περνούσα το φθινόπωρο στη Γαλλία. Όμως ο κορονοϊός έδειξε το αποκρουστικό του πρόσωπο και η γαλλική μου περιπέτεια τελείωσε πριν καν ξεκινήσει. Πέρασα τα πέντε στάδια του πένθους, συμπεριλαμβανομένου αυτού της άρνησης, καθώς δεν ήθελα να πιστέψω ότι το ταξίδι μου είχε ακυρωθεί. Ηττημένη, ετοίμασα τις βαλίτσες μου και πήρα τον δρόμο για το σπίτι μου στο Οχάιο.
Με το που έφτασα σπίτι, το μυαλό μου άρχισε να σαπίζει. Λόγω του κορονοϊού δεν μπορούσα να δουλέψω, να ταξιδέψω ή να συναντήσω τις φίλες μου, έτσι λοιπόν οι πρώτες βδομάδες στο Οχάιο ήταν μουντές, ανθυγιεινές και βαρετές. Όταν δεν κοιμόμουν, έτρωγα ή έπαιζα σουντόκου στο ίντερνετ. Δεν μπορούσα να μείνω ξύπνια πάνω από δύο ώρες.
Συνειδητοποιώντας ότι έπρεπε να κάνω κάτι για να κρατήσω το μυαλό μου σε εγρήγορση, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλή ιδέα να γραφτώ σε κάποιο διαδικτυακό μάθημα. Αφού ζύγισα τις επιλογές μου, αποφάσισα να παρακολουθήσω μια σειρά μαθημάτων λογοτεχνικής μετάφρασης, κυρίως επειδή η εν λόγω σειρά συνδύαζε δύο πάθη μου: τη γλώσσα και τη λογοτεχνία. Έπρεπε να κρατήσω τα γαλλικά μου σε καλό επίπεδο καθώς είχα συνειδητοποιήσει –με μεγάλη πικρία– ότι δεν θα μπορούσα να τα εξασκήσω όσο είχα σχεδιάσει. Ήδη από τις πρώτες μέρες της διάρκειας πέντε βδομάδων σειράς μαθημάτων ενθουσιάστηκα με τη διαδικασία της μετάφρασης.
Συνέχεια ανάγνωσης «Emily Graham, Το ψηφιακό γαλλικό μου καλοκαίρι: Συναντήσεις με Γάλλους ποιητές και ποιήτριες του μιλένιουμ»