ΤΟΣΗ ΠΟΛΛΗ ΑΝΑΣΑ
Άνοιξε διάπλατα το κορίτσι,
γέμισέ την με αέρα:
ορίστε η πρώτη βάρκα.
Στην αρχή είναι μόνο ένας, πάνω στη βάρκα για έναν,
ροζ ώμοι χαστουκίζουν τον άνεμο.
Άλλη βάρκα είναι αυτή;
Για κουπιά χρησιμοποιήσαμε τα χέρια μας, που χτυπάγανε το ένα πάνω στο άλλο.
Η θάλασσα στέγνωσε και ο ήλιος έδυσε.
Μείναμε να κρατάει ο ένας τα χέρια της άλλης˙
η βάρκα αναστέναξε και πήρε να βυθίζεται στη λάσπη.
Ένας λόφος εμφανίστηκε, κι ένα σπίτι,
και μπήκαμε και πέσαμε για ύπνο.
Τα μάτια σου κλείνουν, θηλαστικό μου.
Το χαμόγελο στο πρόσωπό μου
είναι ο θρίαμβος της ιδέας και της γαλήνης σου.