Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού, περιπολούσε μ’ ένα μαύρο Σουμπαρού. —-Μέγας καργιόλης και ρεμάλι, —-τον έτρεμε όλο το Μάλι, πήδαγε και την κόρη του Αρχηγού.
Ιωάννης Πολίτης
Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού αντίκρυ στο μετρό με μια αφράτη ζουζουνιάρα μπουζουξού —-σε μυστική αποστολή προσποιούταν τον τουρίστα —-αυτή μόλις είχε παραλάβει πτυχίο μανικιουρίστα ήταν έρωτας απο την πρώτη ματιά σα διαφήμιση ΝΟΥΝΟΥ.
Αναστάσιος Γριβοκωστόπουλος
Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού που προτιμούσε να εργάζεται ως φτερού —-έλεγε: θα ’ρθουν ωραίες μέρες —-θα γίνουν πούπουλα οι σφαίρες να γαργαλάν το στήθος κάθε άτακτου νεαρού.
Ειρήνη Συνοδινού
Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού φιλότιμος ήταν στα πλαίσια του εφικτού —-Εξάρχεια πήρε μετάθεση —-αμέσως άλλαξε διάθεση κι έγινε άλλος ένας μπάτσος του πρωκτού.
Γιώργος Τσούκης
Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού Το ’παιζε πολύ άγριος, ένας σωστός ζουλού —-Μια μέρα όμως πο’ μπλεξε σ’ αληθινό καβγά —-Ένα αλάνι του σπασε με μια κλοτσιά τ’ αυγά Κι έκτοτες τριγυρνάει δηλώνοντας Φτερού
Θανάσης Δημακόπουλος
ήταν ένας μπάτσος από το Τιμποκτού που ’χε για ψωλή ένα πασπαρτού —-ήθελε σε κάθε τρύπα να το χώνει —-μουνιά να ξεκλειδώνει και κώλους συναδέλφων πού και πού
Τιμολέων Φάντος
ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΤΙΚΟΝ Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού που ’λεγε «η Διαθήκη του Ορφέα του Κοκτού»… —-Τον πετύχαν κάτι σινεφίλ μια μέρα —-και τον πήραν στο ψιλό: «βρε λέρα απολίτιστη, εσύ δεν κάνεις ούτε για Ζουλού…!»
Μια σκέψη σχετικά μέ το “Λιμερικοπρό(σ)κληση: ο μπάτσος από το Τιμπουκτού”
ήταν ένας μπάτσος απ’ το τιμπουκτού
άνδρας θαρραλέος – μύστακος φρικτού
με τρυφερά αισθήματα
για όλα του τα θύματα
(κρατούσε κομματάκια τους εν είδει φυλακτού)
ήταν ένας μπάτσος απ’ το τιμπουκτού
άνδρας θαρραλέος – μύστακος φρικτού
με τρυφερά αισθήματα
για όλα του τα θύματα
(κρατούσε κομματάκια τους εν είδει φυλακτού)